Τα αυθεντικά έργα τέχνης μιλούν αλλά όχι για την τυχαία υποκειμενικότητα, όχι για κάποιο ιδιαίτερο ψυχικό περιεχόμενο. Η γλώσσα τους δεν έχει επικοινωνιακό χαρακτήρα, είναι μια γλώσσα μη δηλωτική-σημασιοδοτική, όπως την χαρακτηρίζει ο Adorno, μία πρωταρχική ή ομιλούσα ομιλία, όπως την ονομάζει ο Merleau-Ponty, εννοώντας μία γλώσσα, η οποία υπερβαίνεται ως σύστημα δεδομένων σημείων και εγκαθιδρυμένων σημασιών, μεταστρέφοντας τους ήδη συγκροτημένους της κώδικες προς την κατεύθυνση της ανάδυσης νέου νοήματος.
Αυτό που εκφράζεται μέσα από το έργο τέχνης είναι ένα Εμείς, υποκείμενο κοινωνικο-ιστορικό και ταυτοχρόνως υποκείμενο της ίδιας της ιστορίας της τέχνης. Το συλλογικό αυτό υπάρχει και όταν ο καλλιτέχνης δεν δημοσιεύσει για οποιονδήποτε λόγο το έργο του ή αυτό δημοσιευτεί μετά θάνατόν του. Στο έργο τέχνης μεταφέρεται κάτι που ενυπάρχει στο κοινωνικό σύνολο. Ένα έργο τέχνης είναι προϊόν μίας συνθήκης που νοηματοδοτεί πράγματα.