Please enable JavaScript.
Coggle requires JavaScript to display documents.
Μοντέλο Αναπαράστασης Τέχνη= αναπαράσταση μιας προϋπάρχουσας…
Μοντέλο Αναπαράστασης Τέχνη= αναπαράσταση μιας προϋπάρχουσας πραγματικότητας
Ernst Gombrich - Πολέμιος της θεωρίας της μίμησης ως ομοιότητας - Υπέρμαχος της θεωρίας της μίμησης ως αναπαράστασης
Αν η αναπαραστασιακή τέχνη ήταν αντιγραφή της ορατής πραγματικότητας (έτσι όπως αυτή είναι) δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί η ποικιλία των τρόπων με τους οποίους απεικονίζεται αυτή η πραγματικότητα, σύμφωνα με τα διάφορα καλλιτεχνικά στυλ.
Η αναπαραστασιακή τέχνη (όχι αντιγραφή των αντικειμένων όπως αυτά είναι αλλά) προσεγγίζει με διαφορετικούς τρόπους κάθε φορά τα δεδομένα της εμπειρίας μας → η τέχνη προέρχεται από το πνεύμα και όχι από την αντίληψη (εννοιολογική φύση της τέχνης)
Μίμηση ≠ ακριβής αναπαραγωγή μιας οπτικής εμπειρίας. Μίμηση = ανακατασκευή των στοιχείων μιας δομής μοντέλου (π.χ. κλίμακα). Μίμηση: μία μορφή αναπαράστασης που ανταποκρίνεται σε ένα συγκεκριμένο αίτημα (της πιστής αναπαραγωγής του πραγματικού / ορατού κόσμου μιας δεδομένης εποχής και κοινωνίας
Πλάτωνας - Υποστηρικτής του μοντέλου αναπαράστασης
Αναπαράσταση = αναδιπλασιασμός
μίμηση = παραγωγή αντικειμένων που έχουν την όψη αυτών που μιμούνται (αληθινά και μη αληθινά)
Εικόνες = καθρέφτες = όχι έργο τέχνης (ακριβής περιγραφή με έναν καθρέφτη)
Τέχνη ως μίμηση = αναδιπλασιασμός. Άρα τέχνη: υποβιβάζεται και αποκλείεται από την ιδανική πολιτεία
Απόψεις του Πλάτωνα: εξοβελίζουν την τέχνη (οι τέχνες δεν λένε την αλήθεια)
Η μίμηση απομακρύνει από τη γνώση.
Αριστοτέλης - Υποστηρικτής του μοντέλου αναπαράστασης
Τέχνη = Μίμηση αλλά η μίμηση αυτή δεν εξαπατά του ανθρλώπους
οι άνθρωποι ξέρουν ότι η τέχνη δεν είναι κάτι το πραγματικό - προσέγγιση και απόλαυση της τέχνης.
Η μίμηση οδηγεί στη γνώση
Nelson Goodman - Πολέμιος του μοντέλου αναπαράστασης
Κάθε πράγμα μοιάζει με κάποιο άλλο πράγμα με άπειρους τρόπους → η αναζήτηση ομοιοτήτων προκειμένου να θεωρηθεί ότι κάτι είναι μίμηση κάποιου άλλου: μάταιη → μίμηση: κάτι το υποθετικό, πλαστό, υποκριτικό → ομοιότητα: δεν μπορεί να αποτελέσει συνθήκη μίμησης.
Ακρίβεια μιμητικής αναπαράστασης: αναπαραγωγή πιστής εικόνας ενός αντικειμένου / αντιγραφή του αντικειμένου όπως ακριβώς αυτό είναι. Αλλά αντικείμενο ≠ σύνολο φυσικών ιδιοτήτων του
Ένα αντικείμενο εκτός από φυσική υπόσταση έχει και διανοητική και ηθική και ψυχολογική υπόσταση.
Όταν ένας καλλιτέχνης αναπαριστά ένα αντικείμενο: Πραγματοποιεί την ερμηνεία που αυτός έχει για το αντικείμενο → αναπαράσταση ως μίμηση: λογικά ασυνεπής → αδύνατη
Ρεαλιστική αναπαράσταση: στο μέτρο που αποτελεί μια επιτυχή ψευδαίσθηση.
Κριτήριο επιτυχίας αναπαράστασης: εξαπάτηση, παραπλάνηση → έλεγχος επιτυχίας αναπαράστασης: αντιδράσεις του θεατή απέναντι στο αναπαριστάμενο (και όχι ομοιότητά της σε αυτό που αναπαριστά).
Nelson Goodman. Ρεαλιστική θεωρία αναπαράστασης. Βελτίωση θεωρία ομοιότητας γιατί:
1) Δεν εγκλωβίζεται στην προσπάθεια απόδειξης ότι η τέχνη συνιστά παραγωγή πιστών αντιγράφων.
2) Αποφυγή ζητήματος πιστότητας μυθικών και φανταστικών αναπαραστάσεων.
Κριτική στη θεωρία της ρεαλιστικής αναπαράστασης:
1) Περίπτωση πλάνης: όχι πραγματικά πιθανή. Εξαρτάται από εμπεδωμένες αντιληπτικές συνήθειες που δεν επιτρέπουν τη σύγχυση μέχρι του σημείου ταύτισης εικόνας και πράγματος (π.χ. μουσεία).
2) Κανένας θεατής δεν έχει την τάση να παραπλανάται από μία εικόνα (Richard Wollheim)
Ρεαλισμός κατά Richard Wollheim
μια ορισμένη αμοιβαιότητα μεταξύ αναπαράστασης και αναπαριστάμενου → ο θεατής «βλέπει» με σχετική ευκολία το αναπαριστώμενο. Αποφεύγεται το πρόβλημα περί παραπλάνησης.
Κριτική στην εκδοχή της θεωρίας του ρεαλισμού κατά Richard Wollheim: 1) Δεν εξηγεί πως θα βλέπουμε τις εικόνες 2) Δεν εξηγεί πως μπορούμε να βλέπουμε τις εικόνες
Μια θέση ρεαλιστικής θεωρίας: Ποσότητα συναφούς πληροφορίας που εξασφαλίζει τη ρεαλιστικότητα της αναπαράστασης.
. Κριτική: η πληροφοριακή απόδοση δεν αποτελεί τεστ ρεαλισμού: ρεαλιστικοί και μη ρεαλιστικοί πίνακες μπορούν να είναι εξ’ ίσιου πληροφοριακοί.
Nelson Goodman
Ο ρεαλισμός είναι ζήτημα όχι σύγχυσης αλλά συνήθειας. Κριτήριο ρεαλισμού: πόσο εύκολα παρέχεται η ποσότητα της προσφερόμενης πληροφορίας. Πόσο στερεότυπος είναι ο τρόπος αναπαράστασης; Πόσο κοινότυπα είναι τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται; Ρεαλιστικό αναπαραστατικό σύστημα: βαθμός εξοικείωσης με τα χρησιμοποιούμενα σύμβολα → διαφανή σύμβολα → κανένας κόπος για την ερμηνεία των συμβόλων, δεν υπάρχει ανάγκη ερμηνείας.
Κλείδα σύνδεσης της εικόνας με το αναπαριστάμενο αντικείμενο: 1) Σε μερικές περιπτώσεις η κλείδα είναι δεδομένη → εντύπωση ότι δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που βασίζεται η αναπαράσταση. 2) Σε μερικές περιπτώσεις είναι αναγκαία η χρήση ερμηνευτικών κανόνων προκειμένου να αποκωδικοποιηθεί μια εικόνα. Ειδεμή δεν μπορεί να αποκωδικοποιηθεί το πληροφοριακό της περιεχόμενο.
Ο ρεαλισμός είναι ζήτημα συνήθειας (όχι σύγχυσης).
Καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις ≠ πιστή απόδοση του κόσμου
Κόσμος ≠ μία αδρανής προϋπάρχουσα πραγματικότητα
Έργα τέχνης ≠ απλές αντανακλάσεις της προϋπάρχουσας και αδρανούς πραγματικότητας.
Συμβασιοκρατική προσέγγιση
Τέχνες: επανοργανώνουν, μετασχηματίζουν και κατασκευάζουν (σε ένα συμβολικό επίπεδο) τον κόσμο και την πραγματικότητα.
Γλωσσολογική συμβασιοκρατική προσέγγιση (Gombrich και Goodman).Γλωσσολογικές συμβασιοκρατικές θεωρίες: φαίνεται να παρακάμπτουν το εξαιρετικά σημαντικό ερώτημα σχετικά με το πώς οι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και κατανοούμε το αναπαραστασιακό τους περιεχόμενο.
Αναπαραστασιακό σύστημα: στηρίζεται πάνω σε συμβάσεις, τις οποίες μαθαίνει κανείς, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την εκμάθηση των γλωσσών (αλλά η αναπαράσταση δεν είναι γλώσσα, ένα συμβολικό σύστημα).
Φαινομενολογική προσέγγιση
Κόσμος: πρωταρχικό πεδίο της εμπειρίας, το οποίο δεν ανάγεται ποτέ εντελώς στις κατασκευές του (κατασκευές μέσω της φιλοσοφικής ή επιστημονικής σκέψης).
Διάφορες εκδοχές της καλλιτεχνικής αναπαράστασης ως μίμησης, αντιγραφής ή πιστής απόδοσης του πραγματικού → οντολογική διάκριση ανάμεσα:
Στον πραγματικό κόσμο (τα διάφορα μέρη του οποίου αποτελούν αντικείμενα αναπαράστασης).
Στις αναπαραστάσεις αυτού (μία από τις εννοιολογικές συγκροτήσεις του πραγματικού κόσμου). Σύλληψη του κόσμου ως ένα «αντικείμενο», που ο άνθρωπος το ακινητοποιεί σε ένα σταθερό νόημα. Ο κόσμος στέκεται παθητικά και αναμένει να αντιγραφεί, αναπαραχθεί, απεικονιστεί έτσι όπως είναι. Η (καλλιτεχνική) αναπαράσταση είναι (οντολογικά) δευτερεύουσα και εξαρτημένη από τον πραγματικό κόσμο
Θεωρία των παιχνιδιών υπόκρισης του Kendall Walton.
Η ταυτότητα των αναπαραστάσεων έχει τη λειτουργία ως βοήθημα (prop) σε παιχνίδια υπόκρισης (make believe) που μοιάζουν (στο πιο εκλεπτυσμό και στο πιο περίπλοκο) με τα παιχνίδια που παίζουν τα παιδιά. Επί των ίδιων αρχών υπόκρισης στηρίζονται και τα παιχνίδια αυτά, εντός των οποίων τα αναπαραστασιακά έργα λειτουργούν ως βοηθήματα που επιτρέπουν τη γέννηση πλασματικών κόσμων.
Αποδεσμεύεται από τις υπερβολές στις οποίες συχνά οδηγούνται οι προσεγγίσεις οι οποίες αναζητούν στη γλώσσα μοντέλα ερμηνείας της αναπαράστασης, χωρίς να επιστρέφει σε παραδοσιακές θεωρίες περί ομοιότητας.
Κριτική: δεν αναφέρεται πως, μέσω της τέχνης, επηρεάζεται ο αντιληπτικός μας προσανατολισμός μέσα στο χρόνο.
Hans – Georg Gadamer
Η λέξη, η εικόνα ≠ απλές διακοσμητικές εικονογραφήσεις αλλά επιτρέπουν στο αναπαριστώμενο να είναι για πρώτη φορά και κατά τρόπο πλήρη αυτό που πραγματικά είναι (Εδώ έχουμε αντιστροφή της σχέσης πρωτότυπου και αντίγραφου όπως αυτή έχει διατυπωθεί από τον Πλάτωνα).